Καμμία τιμωρία δεν είναι αρκετή!

Εικόνα του Max Ernst

Ζητήματα ηθικής και πολιτικής


του Γιώργου Μ. Χατζηστεργίου

Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και στις αρχές αυτής του 1960 τα σπίτια στις επαρχίες της Ελλάδας αλλά και σε πολλές γειτονιές της Αθήνας κατακλυζόταν από επιστολές απειλητικού και σωφρονιστικού χαρακτήρα για τους παραλήπτες τους. Η διανομή αυτών των επιστολών γινόταν με τον τρόπο των σημερινών διαφημίσεων για παραγγελία έτοιμου φαγητού (τις έριχναν κάτω από τις εξώπορτες), υποτίθεται όμως ότι όλες τις έστελνε ένας χριστιανός Άγιος. Το όνομα του Αγίου μπορεί να διέφερε από περιοχή σε περιοχή, αλλά το νόημα ήταν παντού το ίδιο : ο Άγιος επισήμανε ότι την Ελλάδα την κατοικούσαν αμαρτωλοί (επειδή δεν έκαναν τον σταυρό τους ή την προσευχή τους ή άκουγαν την κυριακάτικη λειτουργία από το ραδιόφωνο αντί να πάνε στην εκκλησία ή έκαναν πονηρές σκέψεις σε βάρος των διπλανών τους, κτλ) και ότι οι παραλήπτες ως πρώτο βήμα προς τον εξαγνισμό τους όφειλαν να αντιγράψουν πολλές φορές την επιστολή και να τη διαδώσουν. Όσοι παρέλειπαν να το κάνουν θα προκαλούσαν την θεϊκή οργή, τώρα, όχι στη Δευτέρα Παρουσία : τρομερά δυστυχήματα, βαρύτατες ασθένειες ή οικονομικές καταστροφές θα συνέβαιναν στους ίδιους ή στους δικούς τους. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον πάντως ότι τα αμαρτήματα που θα ετιμωρούντο με τόση σκληρότητα αφορούσαν στην παράβαση πρακτικών κανόνων που ο συγγραφέας της επιστολής θεωρούσε δεδομένους και όχι σε ζητήματα αρχών από τις οποίες οι κανόνες θα έπρεπε να απορρέουν. Αποτέλεσμα αυτής της θεώρησης ήταν ότι ενώ οι περισσότεροι Έλληνες έπρεπε να θεωρούνται αμαρτωλοί και να περιμένουν να τιμωρηθούν σκληρά γι’ αυτό, τα μεγάλα προβλήματα δυσλειτουργίας της ελληνικής κοινωνίας (όπως το τεράστιο έλειμμα στον τομέα των πολιτικών δικαιωμάτων ή η αυθαίρετη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών που μεταξύ άλλων οδηγούσε στο να παραχωρούνται ως επιδοτήσεις τα αποθέματα των Ταμείων συντάξεων των εργαζομένων υπέρ της εξαιρετικά βραχύβιας ελληνικής βιομηχανίας – μέγιστο μέρος της οποίας κατέρρευσε με την είσοδο της Ελλάδας στην ΕΟΚ – και των ιδιοκτητών της) έμειναν εκτός του κύκλου της αμαρτίας, το ίδιο και οι κάθε είδους διαχειριστές τους.

Τα γράμματα που έστελνε ο Άγιος δεν ήταν παρά ένα τμήμα μιας πανίσχυρης ιδεολογικής εκστρατείας ποδηγέτησης του πληθυσμού της Ελλάδας στο όνομα ενός ηθικισμού, που δεν είχε βεβαίως οποιαδήποτε σχέση με την ηθική, παρά την κούφια και αποξενωμένη από τα πραγματικά τεκταινόμενα επίκλησή της. Ο ηθικισμός αυτός ήταν απόλυτα συνδεδεμένος με το νοσηρό καθεστώς της χώρας εκείνης της εποχής, αυτό που γέννησε μεταξύ άλλων τους βασανιστές της Χούντας, την καταστροφή της Κύπρου και βεβαίως τη σαθρή – όπως αποδείχτηκε εκ των πραγμάτων – οικονομική και κοινωνική κατάσταση, η οποία, πήρε μεν μία παράταση ζωής με τις επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να καταρρεύσει τελικά σήμερα στην αγκαλιά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και των “αγορών”.


Τα σταφύλια είναι ξινά

“Μα γιατί να γυρνάμε στα παλιά; Όλα αυτά είναι περσινά, ξινά σταφύλια! ” μπορεί να διαμαρτυρηθούν ορισμένοι. Πράγματι “τα σταφύλια είναι ξινά” μόνο που αυτά δεν αφορά μόνο το παρελθόν, αλλά πάρα πολύ τις τρέχουσες εξελίξεις στην Ελλάδα.

Εδώ και δύο χρόνια περίπου μία ανάλογη ιδεολογικά εκστρατεία, ένας Νέος Ηθικισμός, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη στην Ελλάδα. Σύμφωνα με αυτόν, οι Έλληνες στο σύνολό τους έχουν υποπέσει σε σοβαρές αμαρτίες σε ατομικό επίπεδο, και αυτό επισύρει φοβερές τιμωρίες σε βάρος τους, τις οποίες και πρέπει να αποδεχθούν αδιαμαρτύρητα στα πλαίσια της διαδικασίας εξαγνισμού τους. “Καμμία τιμωρία δεν είναι αρκετή!” ακύμε από παντού τα ουρλιαχτά καθώς μας σπρώχνουν σε μια σκοτεινή στοά χωρίς ορατή έξοδο. Οι πρωτοβουλίες αυτής της εκστρατείας φαίνεται να ξεκινάνε από κάπου “ψηλά”, σχεδόν από τον “ουρανό”, στη συνέχεια το κλίμα αυτό αναπαράγεται από κάθε είδους μεγάφωνο και τελικά ο γενικός πληθυσμός τα ανακυκλώνει – ακριβώς όπως οι παραλήπτες των επιστολών του Αγίου. Τώρα, ξανά, όπως και τότε, τα αμαρτήματα σχετίζονται με παράβαση κάποιων πρακτικών κανόνων, οι οποίοι θεωρούνται (πολλές φορές αναδρομικά) από τους εμπνευστές της εκστρατείας δεδομένοι για τον γενικό πληθυσμό πλην όμως πάλι δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη αναφορά σε ένα συμφωνημένο από όλους, διαφανές και συνεκτικό γενικό πλαίσιο συλλογικής λειτουργίας, από το οποίο να προκύπτουν οι κανόνες. Σ' αυτά τα θολά νερά οργιάζει κάθε είδους παραλογισμός, αλλά και αυθαιρεσία.

Για παράδειγμα, την περίοδο αυτή είναι κοινός τόπος το Κράτος να μην πληρώνει τις υποχρεώσεις τον με αποτέλεσμα να καταστρέφονται κάποιοι από τους συμβαλλόμενους με αυτό, “Μά τι θέλετε; Δεν υπάρχουν λεφτά!” είναι η συνηθισμένη δικαιολογία. Μα, εδώ πού είναι η ηθική που διέπει μία κοινωνία πολιτών σε αντιδιαστολή με τα καθεστώτα σατραπείας; Αν πράγματι “δεν υπάρχουν λεφτά” δεν θα έπρεπε οι κρατικοί λειτουργοί και οι προϊστάμενοι υπουργοί τους που αποφασίζουν (αυθαίρετα) διά των πράξεων και των παραλείψεών τους για το ποιοι θα καταστραφούν να παραιτηθούν και οι ίδιοι από την είσπραξη των (συνήθως πολύ υψηλών) απολαβών τους;

Άλλο παράδειγμα : πώς είναι δυνατόν όταν μία Κυβέρνηση και μία Βουλή αποφασίζουν να φυλακίζονται με βαριές ποινές όσοι καθυστερούν να πληρώσουν τους φόρους τους, να μην είναι αυτονόητος ο έλεγχος από τον ΣΔΟΕ των οικονομικών των μελών της Κυβέρνησης και της Βουλής, καθώς και των συμβούλων τους ώστε να εξασφαλιστεί η ηθική “ισομέρεια” των πολιτών; Ή γιατί ενώ ο νέος Νόμος για τα πανεπιστήμια κυνηγάει με εξοντωτικό τρόπο τους λεγόμενους “αιώνιους φοιτητές”, δεν κάνει το ίδιο για τους “αιώνιους καθηγητές”, δηλαδή υπουργούς και βουλευτές που κρατάνε καταχρηστικά την ακαδημαϊκή τους ιδιότητα (και θα συνταξιοδοτηθούν γι' αυτό) ενώ πρακτικά δεν ασκούν επί δεκαετίες τα καθήκοντά τους;

Στο ίδιο κλίμα, δεν είναι αδιανόητο – εφ’ όσον η ηθική υποτίθεται ότι έχει αναγορευτεί σε κύρια αξία της νέας κατάστασης – τόσο καιρό να μην έχουν ζητήσει τα κόμματα ή να μην έχει επιληφθεί αυτεπαγγέλτως ο ΣΔΟΕ για τον έλεγχο των οικονομικών τους, πολύ περισσότερο που έχει επανειλημμένα δημοσιευθεί στον Τύπο ότι τα δύο μεγάλα κόμματα ενώ είναι ήδη υπερχρεωμένα, εξακολουθούν να δανείζονται αφειδώς από τις Τράπεζες, οι οποίες κατά τα άλλα δεν υποστηρίζουν επιχειρηματικές αναπτυξιακές δραστηριότητες;


Είναι ο ηθικισμός αποδοτικός;

Τα παραδείγματα που αναφέρθηκαν παραπάνω είναι από τα πιο προφανή. Ο κατάλογος των αποκλίσεων μεταξύ ηθικισμού και ηθικής στις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα δεν έχει τελειωμό. Μήπως όμως, μας λένε κάποιοι (έχει σημασία να δούμε ποιοί είναι αυτοί), παρ’ όλα αυτά ο ηθικισμός είναι αποδοτικός ως εργαλείο; Μήπως δηλαδή μπορεί να βοηθήσει την κοινωνία να βγεί από τον πολύ βαθύ λάκκο που έχει πέσει, “συμμαζεύοντας” και πειθαρχώντας τον γενικό πληθυσμό (άραγε υπέρ ποιού σκοπού;).

Πέρα από το ότι η θέση αυτή προϋποθέτει τον γενικό πληθυσμό σε θέση υποτελούς (οπότε, ποιοί είναι αυτοί που θα αναλάβουν να τον χειραγωγήσουν; Με ποιές περγαμηνές και ποιές εγγυήσεις;), ο ηθικισμός όπως εφαρμόζεται στην Ελλάδα σήμερα αποσκοπεί στην παθητικοποίηση και όχι την οποιουδήποτε είδους ενεργοποίηση. “Δεν παράγουμε τίποτα! Ούτε καν ντοματες!” μας κατακεραυνώνουν από τα μεγάφωνα οι κήρυκες των τιμωρών (μολονότι χρησιμοποιούν το πρώτο πληθυντικό, δεν συμπεριλαμβάνουν τους εαυτούς τους στους αποδέκτες του μηνύματος) φυτεύοντας το ενοχικό σύνδρομο στον καθένα από μας, χωρίς όμως να προτείνουν κάποιο τρόπο να παράγουμε, έστω από τούδε και στο εξής. “Πρέπει να στρωθούμε στη δουλειά!” μας προτρέπουν οι ίδιοι κουνώντας μας το δάχτυλο επιτημητικά, παριστάνοντας πως αγνοούν ότι πρακτικά στην καινούρια κατάσταση δεν υπάρχει δουλειά να κάνεις!

Παρ' όλα αυτά, μπορούν να επιμείνουν οι απολογητές του ηθικισμού, μήπως αυτό το εργαλείο αποδειχθεί χρήσιμο στο να “μαλακώσουν” οι τιμωροί μας και να μας δούνε με καλλίτερο μάτι; Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης φαίνεται να έχουν στο νού τους ότι αν αυτομαστιγωνόμαστε δημοσίως και “εξομολογούμαστε” με μεγάφωνα ότι είμαστε απατεώνες, τότε μπορεί κυβερνήσεις και “αγορές” του εξωτερικού να θεωρήσουν ότι είμαστε “καλά παιδιά” και να μας συμπεριφερθούν ευνοϊκότερα. Αλλά αυτό δεν είναι παρά μία καθαρή ανοησία. Ποια Τράπεζα – ή ακόμα περισσότερο ένας τοκογλύφος – δάνεισε ποτέ με ευνοϊκούς όρους κάποιον που βγαίνειν στην πιάτσα και βροντοφωνάζει ότι είναι ανήθικος και άχρηστος;

Κι’ έπειτα, ποιος μας λέει ότι οι “έξω” αποδίδουν πράγματι σοβαρή σημασία στις ηθικίστικες προσταγές; Πότε έκαναν ανάλογες δημόσιες αυτομαστιγωτικές εξομολογήσεις οι οίκοι αξιολόγησης για τις υψηλότατες βαθμολογήσεις που έδωσαν υπέρ των μεγάλων Τραπεζών μόλις πριν αυτές καταρρεύσουν οδηγώντας στην χρεοκοπία τους επενδυτές τους και παρασύροντας στη δίνη της κρίσης ολόκληρο τον πλανήτη; Ή μήπως έχουν κάνει κάτι ανάλογο οι μεγάλες ευρωπαϊκές Τράπεζες που ζουν μόνο επειδή είναι διασωληνωμένες με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, απορροφώντας διαρκώς από αυτή πακτωλούς χρημάτων, πολύ περισσότερων από αυτά του ελληνικού Μνημονίου, χωρίς μάλιστα να έχουν αναλάβει καμία σοβαρή υποχρέωση, σε αντίθεση με τα δυσβάστακτα φορτία που ανέλαβε το ελληνικό κράτος; Και αν είναι ανήθικα τα λαμόγια στην Ελλάδα που πρωτοστάτησαν στις περιβόητες υποθέσεις των επικοινωνιών και των εξοπλισμών, δεν είναι ανήθικες οι εκμαυλίστριες εταιρείες του εξωτερικού που χρησιμοποίησαν ανάλογα μέσα σε πλέιστες όσες χώρες του Κόσμου;

Να μην ξεχνάμε μάλιστα ότι οι “έξω” (όπως και κάποιοι από τους εγχώριους διαμεσολαβητές τους) επικαλούνται το λεγόμενο “ηθικό πρόβλημα” αναφερόμενοι στην περίπτωσή μας. Αντιμετωπίζοντας την Ελλάδα ως τα βιβλικά Σόδομα και Γόμορα και ωρυόμενοι σε όλους τους τόνους ότι “Καμμία τιμωρία δεν είναι αρκετή!” συμπληρώνουν μαλακά ότι ακόμα κι αν σκεφτόταν να συγχωρήσουν την Ελλάδα, αυτό θα ήταν ηθικά άτοπο, αφού έτσι θα αδικούνταν οι χώρες που δεν αμάρτησαν! Ασχέτως αν η τέτοιου είδους ευσεβιστική επιχειρηματολογία γελοιοποιεί τις μεγάλες κατακτήσεις του ευρωπαϊκού πολιτισμού, τότε γιατί η Γερμανία δεν σπεύδει να αποκαταστήσει το κρισιμότατο για την δική της ηθική υπόσταση έλειμμα, εξοφλώντας την Ελλάδα για το αναγκαστικό δάνειο της Κατοχής, αλλά και για τις οφειλόμενες πολεμικές αποζημιώσεις για τις καταστροφές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου; Στο κάτω-κάτω, ακριβώς λόγω αυτού του ελείμματος, οι δύο χώρες είχαν εντελώς διαφορετική βάση εκκίνησης μετά τη λήξη του Πολέμου.


Οπότε;

Όλα τα παραπάνω δεν συνεπάγονται ασφαλώς ότι δεν μένει τίποτα άλλο παρά να γίνουμε σημαιοφόροι της “ρεμούλας”! Έτσι κι’ αλλιώς, ακόμα κι’ αν επιθυμούσε κανείς να διατηρήσει το ιδιότυπο οικονομικό και κοινωνικό καθεστώς του “λαϊκού καπιταλισμού” της μεταπολεμικής Ελλάδας παρά το τεράστιο φορτίο νοσηρότητας που κουβαλάει, αυτό έχει εκ των πραγμάτων φάει τα ψωμιά του προ πολλού. Αλλά τότε πώς προχωράμε;

Αν ο ηθικισμός, ως εργαλείο χειραγώγησής μας και νομιμοποίησης της δράσης των τιμωρών μας, επιχειρεί να καπηλευθεί την ηθική ακυρώνοντάς την, το δικό μας ενδιαφέρον οφείλει να εστιαστεί ακριβώς στην ανάδειξη της ηθικής ως της ουσίας της πολιτικής. Αν ο ηθικισμός επιχειρεί να απομονώσει τον καθένα από μας και να τον καταστήσει αυτιστικό, η ηθική συνδέεται ευθέως με τη δικαιοσύνη και επομένως με τη σχέση μας με τους άλλους. Τέλος, αν ο ηθικισμός είναι προϊόν εργαστηρίου, η ηθική δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνον ως προϊόν μιας κοινωνίας που ελεύθερα και με διαφάνεια διαλέγει την κατεύθυνση που θέλει και μπορεί να πάρει υπέρ της συλλογικής ευδαιμονίας.

Για να μπορέσουμε όμως να αποκρούσουμε τον ηθικισμό και τους σκοπούς των εμπνευστών του πρέπει να λειτουργήσουμε ως κοινωνία που κινείται πυρετωδώς ώστε να προκύψει μια σοβαρή εναλλακτική κατεύθυνση, με συγκεκριμένους στόχους και προτάσεις. Σήμερα, όχι αύριο, ούτε σε μία μετά θάνατον ζωή. Στην παρούσα φάση υπάρχει πολύ μεγάλο έλλειμμα σ’ αυτόν τον τομέα και αυτό μπορεί να αποδειχθεί κρίσιμο, ίσως και μοιραίο. Οι διαμαρτυρίες, όσο έντονες κι αν είναι, από μόνες τους δεν επαρκούν για την ουσιαστική και σταθερή μεταβολή προς το καλλίτερο. Τώρα που η Μεταπολίτευση κλείνει τον κύκλο της – και μαζί της ολόκληρο το μεταπολεμικό καθεστώς – οφείλουμε να δούμε τα πράγματα από την αρχή, για το πώς θέλουμε, ως πολίτες και όχι ως υπήκοοι, την Ελλάδα του μέλλοντος μας. Όχι γενικά, αλλά συγκεκριμένα. Και ας αρχίσουμε από τα απλά, τα καθημερινά. Για παραδειγμα, ποιό είναι άραγε το ύψος της χρηματοδότησης των ΜΑΤ και των χημικών τους; Σε ποιά ηθική βάση καλούνται οι οικονομικά χειμαζόμενοι Έλληνες να χρηματοδοτούν αυτούς που συστηματικά τον τελευταίο καιρό τους δέρνουν; Δεν είναι αυτονόητο ότι αυτά τα χρήματα θα πιάνανε τόπο αν αντί για τα ΜΑΤ πήγαιναν στην αντιμετώπιση της διάχυτης εγκληματικότητας και της δυσωδίας στο κέντρο και τις γειτονιές της Αθήνας και της Αττικής;

Ένα άλλο παράδειγμα αφορά στον τρόπο που γίνονται οι απεργίες, τουλάχιστον όπως τις μάθαμε μέχρι τώρα. Το να τιμωρεί, μία ομάδα εργαζόμενων το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού κατεβάζοντας τους διακόπτες του ρεύματος ή κάνοντας εφιαλτική τη μεταφορά τους στον τόπο εργασίας, στις σημερινές συνθήκες μόνο δυσάρεστα αποτελέσματα φέρνει, καθώς ευνοεί την απογοήτευση και την πολυδιάσπαση και απομακρύνει τον κοινό σκοπό. Αντίθετα, η αλληλεγγύη συνδέεται άμεσα με την ηθική και την πολιτική. Πώς θα ήταν άραγε αν την ημέρα της απεργίας των μέσων μαζικής μεταφοράς αντί τα οχήματα να είναι ακινητοποιημένα, αυτά να μεταφέρουν τους επιβάτες τους δωρεάν; Ή το ίδιο για τα ταξί;

Η θεωρία - που τόσο χρειαζόμαστε σ' αυτή τη νέα εποχή – δεν πέφτει από τον ουρανό. Αν αρχίσουμε να συμφωνούμε σε πολλά τέτοια παραδείγματα θα αρχίσει να διαμορφώνεται το υπόβαθρο για την ανάπτυξη της θεωρίας και το παζλ θα βρίσκει τη λύση του σιγά-σιγά.

Ήλθε η ώρα να ανακαλύψουμε την πολιτική και μαζί της την ηθική.